- τεχνουργημάτων
- τεχνούργημαa work of artneut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μικροτέχνης — ο (Α μικροτέχνης) κατασκευαστής μικροτεχνημάτων, μικρών τεχνουργημάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο) * + τέχνης (< τέχνη), πρβλ. κομψο τέχνης] … Dictionary of Greek
ευγενή μέταλλα — Είναι τα μέταλλα χρυσός, άργυρος, λευκόχρυσος και τα μέταλλα της ομάδας του λευκόχρυσου (ιρίδιο, όσμιο, παλλάδιο, ρόδιο και ρουθήνιο), που οφείλουν την ονομασία τους στη μεγάλη χημική σταθερότητά τους. Επιπλέον, ο χρυσός, ο άργυρος και ο… … Dictionary of Greek